Ο αργαλειός χρονολογείται από την αρχαιότητα. Η θεά Αθηνά ήταν η προστάτιδα της υφαντικής τέχνης. Στα έπη του Ομήρου συναντάμε τον αργαλειό όπου η Πηνελόπη, δημιουργούσε το υφαντό της την ημέρα και το ξήλωνε την νύχτα για να ξεγελά τους μνηστήρες. Στα μετέπειτα χρόνια ο αργαλειός αποτέλεσε ένα απαραίτητο εργαλείο για όλες τις νοικοκυρές. Σε κάθε σπίτι υπήρχε ένα εργαστήρι όπου ύφαινε η νοικοκυρά. Στον αργαλειό και την υφαντική είναι αφιερωμένα πολλά από τα δημοτικά μας τραγούδια. Αν και δεν είναι τόσο σύνηθες η χρήση του πια ακόμα υπάρχουν υφάντρες που εξασκούν την τέχνη της υφαντικής.
Η παράδοση της Κρήτης στην τέχνη της υφαντικής, είναι γνωστή. Οι κρητικές νοικοκυρές μάθαιναν από τις μανάδες και τις γιαγιάδες τους τα μυστικά του αργαλειού και εκείνες με τη σειρά τους μετέφεραν τις γνώσεις τους στις δικές του κόρες.
Ο Κρητικός αργαλειός αποτελείται από το σκελετό και από πολλά ακόμα εξαρτήματα. Ο σκελετός του αργαλειού έχει ως εξής:
· Τα δύο «αντιά» : το μπροστινό ή πάνω αντί, που λεγόταν μπροστάντι, το κυλινδρικό δηλαδή ξύλο που δεχόταν το έτοιμο υφαντό και το πισινό ή κάτω αντί που λεγόταν πισάντι και δεχόταν το στημόνι, δηλαδή τα νήματα ανάμεσα στα οποία πλέκεται το υφάδι. Τα δύο αντιά χρησιμεύουν για να κρατούν το ανυφαντικό πάνω τους τεντωμένο κι έτσι βοηθούν την ύφανση.
· Οι σφίκτες : είναι δύο, ο μεγάλος και ο μικρός. Ο μεγάλος είναι ένας στειλεός που περνά από τις τρύπες που έχει η κεφαλή του πισαντιού και βοηθά να είναι καλά τεντωμένη η απλωσά, τα νήματα. Ο μικρός σφίκτης είναι επίσης ένα στειλεός που βοηθά στο τέντωμα του υφαινόμενου πανιού που τυλίγεται στο μπροστάντι.
· Το πέταλο: με το πέταλο γίνεται το χτύπημα του υφαδιού, για να ενωθεί με το τελειωμένο ύφασμα και να στερεωθεί στο στημόνι. Τα μέρη του πετάλου είναι: το πανωμάσελο, το κατωμάσελο και τα μπράτσα. Ανάμεσα στο πανωμάσελο και το κατωμάσελο τοποθετείται το χτένι.
· Το χτένι: ο σκελετός του αποτελείται από τέσσερα μακριά καλάμια λεπτά. Ανάμεσα στα καλάμια του σκελετού τοποθετούνται τα δόντια που είναι πελεκημένα καλάμια πολύ λεπτά. Στερεώνεται στο πέταλο και έχει ρόλο να δώσει στα νήματα τις κανονικές αποστάσεις, ώστε να εμποδίζεται το μπέρδεμα τους και να χτυπήσει το υφάδι στο τελειωμένο ύφασμα.
· Οι μίτοι: μακριές ομοιόμορφες θηλιές, τα μιτάρια, από γερό κερωμένο νήμα που δένονται σε καλάμια, τα μιτοκάλαμα, με τη βοήθεια εργαλείου, τη μιτοτίρα. Οι μίτοι συντελούν στο ανεβοκατέβασμα των νημάτων του στημονιού όταν προκληθεί η κίνησή τους από τις πατητήρες.
· Οι πατητήρες ή πατήτρες ή πατητηρόξυλα: είναι οι μοχλοί με τους οποίους διευθύνονται τα μιτάρια/νήματα. Κινούνται με τα πόδια και διευκολύνουν να σχηματιστεί χώρος μέσα στο στημόνι, από το οποίο πρέπει να περάσει η σαΐτα για να γίνει η ύφανση.
· Το τελαροσάνιδο ή κωλοσάνιδο: είναι η ξύλινη σανίδα, το κάθισμα του αργαλειού, πάνω στην οποία κάθεται η υφάντρα, όταν υφαίνει. Είναι τοποθετημένη λίγο χαμηλότερα από το μπροσαντί και κλείνει με το μήκος της τα δύο μπροστά άκρα των μεριών στα οποία και εφαρμόζεται.
· Οι αγνύθες ή βαρίδια ή ντοντόνια: είναι ένα ή δύο πέτρινα ή σιδερένια βαρίδια, δεμένα από τα σταυροκάλαμα, ή καλάμια, περνούν από το πισαντί και κρέμονται ελεύθερα. Προορισμός τους είναι να συγκρατούν με το βάρος τους τα καλάμια σε ορισμένη απόσταση από τους μίτους.
Τα νήματα
Τα υλικά που χρησιμοποιούνταν ήταν νήματα ίνες πολλών ειδών, ποιοτήτων και προελεύσεως. α)ζωικές (μαλλί, μετάξι) και β)φυτικές (βαμβάκι, λινάρι). Ιδιαίτερα το βαμβάκι και το μαλλί και κυρίως το προβατίσιο χρησιμοποιούνταν, αφού οι ίδιες οι γυναίκες το επεξεργάζονταν. Κούρευαν το Μάρτη Απρίλιο τα πρόβατα (το πιο καλό μαλλί είναι του Μάη) και το μαλλί για να το κάνουν νήμα έπρεπε να το υποβάλλουν σε μια ορισμένη επεξεργασία που περιλάμβανε : το πλύσιμο, το ξάσιμο, το λανάρισμα και το γνέσιμο. Το βαμβάκι ακολουθούσε διαφορετική επεξεργασία. Για να βάψουν το νήμα χρησιμοποιούσαν φυτά γνωστά για τις χρωστικές τους ιδιότητες : π.χ. το κίτρινο χρυσάφι χρώμα έβγαινε από τα ξερά φύλλα μουριάς, από φλούδια ροδιών, το γαλάζιο από το λουλάκι, το κόκκινο από το κρεμέζι από το ριζάρι, το καφέ από τα μαλακά φλούδια καρυδιών κλπ. Άπειρα τα χρώματα και οι αποχρώσεις που μπορεί κανείς να πετύχει με φυτά.
Τα σχέδια και τα υφαντά
Η υφάντρα πρέπει να συλλάβει το σχέδιο, να φανταστεί την εικόνα του και να το κάνει πραγματικότητα! Μια διαδικασία που ακούγεται απλή, αλλά η δουλειά στον αργαλειό απαιτούσε μεγάλη δύναμη χεριών και συντονισμό κινήσεων μια και η υφάντρα χρησιμοποιούσε παράλληλα χέρια και πόδια. Γι” αυτό θεωρούταν πολύ κουραστική και επίπονη.
Παρόλα αυτά οι γυναίκες έπρεπε να υφαίνουν για να ετοιμάσουν όλα τα απαραίτητα στην οικογένεια: υφάσματα για τις φορεσιές, υφαντά για τις ανάγκες του σπιτιού, όπως σεντόνια, μαξιλάρια, βελέντζες, κιλίμια, κουρτίνες, προσόψια, τραπεζομάντιλα, αλλά και υφαντά απαραίτητα για τις καθημερινές ασχολίες, όπως σακιά για τη μεταφορά προϊόντων, τσαντίλες για το στράγγισμα του τυριού, λαδοσάκια για τα ελαιοτριβεία.
Πολλά και χαρακτηριστικά τα υφαντά σε ολόκληρη την Ελλάδα, αλλά απ τα ωραιότερα δείγματα υφαντών, είναι οι κόκκινες πατανίες της Κρήτης, με την τοιχογραφική αντίληψη της εν υφασμένης διακόσμησης στις στενές πλευρές τους.
Τρίφυλλα κλινοσκεπάσματα οι κρητικές πατανίες στόλιζαν επιδεικτικά, την ημέρα του γάμου, τους τοίχους του σπιτιού της νύφης. Τα ωραιότερα δείγματα της υφαντικής αυτής προέρχονται από τα χωριά Κισσάμου της Δυτικής Κρήτης.